Η παρακαταθήκη του, πέραν των σπουδαίων έργων του, είναι και τα παρακάτω. Είναι πολλά, θα κουραστείτε λίγο, αλλά δεν ήθελα να περικόψω κανένα.
Δεν ελπίζω τίποτα. Δεν φοβάμαι τίποτα. Είμαι πρεφαδόρος.
Μια πρέφα η ζωή μας... μα προλαβαίνουμε.
Το ότι δεν σολάραμε ποτέ, σημαίνει ότι δεν το ποθήσαμε αρκετά.
Έχεις την τράπουλα, έχεις το κιτάπι, φτιάξε μια πρέφα και μπες στον παράδεισο.
Ν’ αγαπάς την πρέφα, να λες εγώ, εγώ μονάχος μου θα σώσω την παρτίδα. Αν χαθεί, εγώ θα φταίω.
Ε κακομοίρη πρεφαδόρε, μπορείς να πας μέχρι άχροα, να κάμεις ακόμα και εφτάρα, κι εσύ να βουλιάζεις στη μιζέρια φοβούμενος να μπεις στην αγορά μπας και πληρώσεις λίγα καπίκια!
Αν μια πρεφαδόρισσα κοιμηθεί μόνη, ντροπιάζει όλους τους άντρες.
Ο σωστός δρόμος είναι η σολαρία.
Η πέτρα, το σίδερο, το ατσάλι δεν αντέχουν. Ο πρεφαδόρος αντέχει.
Δεν υπάρχουν επιτηδευμένα παιξίματα και αγορές, υπάρχουν μονάχα πρεφαδόροι που τα κουβαλούν αυτά, κι αυτά παίρνουν το μπόι τού πρεφαδόρου που τα κουβαλάει.
Ερχόμαστε από μια σκοτεινή άβυσσο• καταλήγουμε σε μια σκοτεινή άβυσσο• το μεταξύ φωτεινό διάστημα το λέμε Πρέφα.
Αγάπα την πρέφα γιατί είσαι εσύ…
Το πρώτο σου χρέος, εχτελώντας τη θητεία σου στην πρέφα, είναι να νιώσεις μέσα σου όλους τους προϋπήρξαντες δασκάλους σου. Το δεύτερο, να φωτίσεις την ορμή τους και να συνεχίσεις το έργο τους. Το τρίτο σου χρέος, να παραδώσεις στους απογόνους σου τη μεγάλη εντολή να σε ξεπεράσουν.
Υπάρχει στον κόσμο της πρέφας ένας μυστικός νόμος - αν δεν υπήρχε, η πρέφα θα ‘ταν από χιλιάδες χρόνια χαμένη - σκληρός κι απαραβίαστος: το σόλο πάντα στην αρχή θριαμβεύει και πάντα στο τέλος νικάται.
Ολάνθιστος γκρεμός το σόλο στα άχροα.
Τα τετραθέμελα του κόσμου τούτου: πρέφα, κρασί, φωτιά, γυναίκα.
Το μυαλό του πρεφαδόρου είναι ένα κουβάρι κάμπιες. Φύσηξε νοτιά μου, να γίνουν πεταλούδες!
Η πρέφα επιζεί ακόμα, επιζεί νομίζω μέσα από διαδικτυακά θαύματα.
Το πάσο είναι ανανδρία.
Πού να βρω μια ψυχή πρεφαδόρου σαραντασολαρισμένη κι απροσκύνητη, σαν την ψυχή μου, να της ξομολογηθώ;
Μην καταδέχεσαι να ρωτάς: «Θα τα βγάλουμε; Θα σολάρουμε;» Πολέμα! («Ασκητική»)
Δε ζυγιάζω, δε μετρώ, δε βολεύομαι, δε δειλιάζω, δε πασάρω! Ακολουθώ το βαθύ μου χτυποκάρδι. («Ασκητική»)
Οι πρεφαδόροι δεν πολεμούνε τα σκοτεινά τους πάθη με νηφάλια, αναιμικιά, ουδέτερη, πάνω από τα πάθη αρετή. Παρά με άλλα σφοδρότερα πάθη. («Ασκητική»)
Tι θα πει λεύτερος πρεφαδόρος; Αυτός που δεν φοβάται το σόλο.
Αν μπορείς κοίταξε το σόλο κατάματα και το σόλο θα φοβηθεί και θα φύγει. («Αναφορά στον Γκρέκο»)
Είδα κάποτε μια πρεφαδόρισσα πνιγμένη μέσα στο σόλο και κατάλαβα. («Αναφορά στον Γκρέκο»)
Τι φοβερός ανήφορος από τον πίθηκο στον άνθρωπο, από τον άνθρωπο στον πρεφαδόρο. («Αναφορά στον Γκρέκο»)
Πρέπει να χτυπούμε, να χτυπούμε την αγορά, ως να σηκώσουμε τους άσους, να γλιτώσουμε! («Αναφορά στον Γκρέκο»)
Panos σε συμπαθώ πάρα πολύ. Έχεις τα πάντα εκτός από λίγη τρέλα και όλοι οι πρεφαδόροι χρειάζονται λίγη τρέλα... Αλλιώς δεν μπορεί να σπάσει το σκοινί και να λευθερωθούμε.
Νιώθω σαν να βουτάμε τα κεφάλια μας στα σόλο. Πολλά κεφάλια θα πνιγούν. Μα κάποια στιγμή, θα στερέψουν και τα σόλο.
Όσο υπάρχουν πρεφαδόροι που πληρώνουν σόλο, Θεός δεν υπάρχει! («Οι Αδερφοφάδες»)
Θέλει, λέει, να ’ναι πρεφαδόρος λεύτερος. Σκοτώστε τον! («Οι Αδερφοφάδες»)
Η Κρήτη δεν θέλει νοικοκυραίους πρεφαδόρους, θέλει κουζουλούς πρεφαδόρους. Αυτοί οι κουζουλοί την κάνουν αθάνατη.
Δεν τους φοβάμαι τους συμπαίκτες, αυτοί καταλαβαίνουν και συχωρνάνε. Τους τζογαδόρους φοβάμαι. Αυτοί δεν καταλαβαίνουν και δε συχωρνούν.
Ένιωθα βαθιά πως το ανώτατο που μπορεί να φτάσει ο πρεφαδόρος δεν είναι η Γνώση μήτε η Αρετή, μήτε η Καλοσύνη μήτε η Νίκη• μα κάτι άλλο πιο αψηλό, πιο ηρωικό κι απελπισμένο: Το Δέος, ο ιερός τρόμος.
Το πάσο δεν είναι νίκη, το πάσο είναι τεμπελιά, και μόνο το «παίζω» μπορεί να χορτάσει την ψυχή και να σώσει τον πρεφαδόρο. (από το «Συμπόσιο»)
Ήταν ένα ωραίο σόλο.
Οι μισές αγορές, τα μισά πάσο, τα μισά παίζω, τα μισά σόλο έφεραν τον πρεφαδόρο στα σημερινά χάλια. Φτάσε, μωρέ πρεφαδόρε, ως την άκρα, βάρα και μη φοβάσαι! Πιο πολύ σιχαίνεται ο Θεός το μισοδιάολο παρά τον αρχιδιάολο! («Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά»)
Η πρέφα είναι πράγμα απλό και λιτοδίαιτο, ένα ποτήρι κρασί, ένα κάστανο, ένα φτωχικό μαγκαλάκι, η βουή της θάλασσας. Τίποτα άλλο. («Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά»)
Η πρέφα όλη είναι μια φασαρία. Μόνο ο θάνατος δεν είναι. Η πρέφα είναι όταν λύνεις το ζωνάρι σου και ζητάς φασαρίες. (σ.σ: δια στόματος Αλέξη Ζορμπά, αν και νομίζω ότι η φράση υπάρχει μόνο στην ταινία)
Αυτό που θέλω ν’ αφήσω πίσω μου είναι ένα καμένο κιτάπι. Τίποτ’ άλλο δε θέλω ν’ αφήσω. (δια στόματος Αλέξη Ζορμπά)
Ο Panos έφτιαξε τον διαδικτυακό πρεφαδόρο με το κιτάπι. Το κιτάπι ανήκει στη πρέφα. Και η πρέφα ανήκει σε όλους.
Είπα στον Panos: «Καρντάσι, μίλησέ μου για τον διαδικτυακό πρεφαδόρο». Κι ο Panos άνθισε. («Ο Φτωχούλης του Θεού»)
Εγώ κοιτάζω κάθε στιγμή το σόλο• το κοιτάζω και δε φοβούμαι• όμως και ποτέ, ποτέ δε λέω: Μου αρέσει. Όχι, δε μου αρέσει καθόλου!
Aπό τα καλά κερδεμένα καπίκια παίρνει ο διάολος τα μισά, από τα κακά κερδεμένα, παίρνει και τον πρεφαδόρο.
Aλίμονο σε όποιον ζει στην έρημο και θυμάται τα σόλο του.
Tίποτα γενναίο δεν μπορεί ο αρχάριος πρεφαδόρος να κάμει στον κόσμο, αν δεν υποτάξει τη ζωή του σ' έναν δάσκαλο ανώτερό του.
Κάθε πρεφαδόρος που δεν παίρνει, έστω και μια φορά στη ζωή του, μια γενναία απόφαση, προδίνει τη πρέφα. («Ο Χριστός ξανασταυρώνεται»)
Αν δε δει ο Θεός χέρι πρεφαδόρου, δε βάζει μήτε κι αυτός το δικό του. («Καπετάν Μιχάλης»)
Σα δεν φτάσει ο πρεφαδόρος στην άκρη του γκρεμού για σόλο, δεν βγάζει στην πλάτη του φτερούγες να πετάξει.
Η marinikol είναι ο θηλυκός Panos.
Το σολάρισμα είναι ποιότητα, δεν είναι ποσότητα, αυτό είναι το μεγάλο, πολύ απλό μυστικό.
Τι θα πει σόλο; Να ζεις όλες τις δυστυχίες. Τι είπαμε θα πει; Να κοιτάς με αθόλωτο μάτι όλα τα σκοτάδια. Έτσιιι !
Το σωστό παίξιμο στη πρέφα είναι κομμένο στο μπόι του πρεφαδόρου. Δεν είναι σπάνιο πουλί να το κυνηγούμε πότε στον ουρανό, πότε στο μυαλό μας. Το σωστό παίξιμο είναι ένα κατοικίδιο πουλί στην αυλή μας.
Τι με ρωτάς για την καρδιά του αμαρτωλού πρεφαδόρου; Εγώ κατέχω την καρδιά του ενάρετου, κι είναι όλοι οι δαιμόνοι μέσα μου.
Ο άνθρωπος βιάζεται, ο πρεφαδόρος δε βιάζεται. («Ο Τελευταίος Πειρασμός»)
Ρωμιοί πρεφαδόροι είναι αυτοί, ανάθεμά τους! Αν δεν μας τύχαιναν στη στράτα μας, θα ’χε φάει τώρα η Τουρκιά τον κόσμο! (ο πασάς στο «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται»)
Όλα μάταια, και μόνο η πρέφα, σαν το κρασί, μας ξεγελάει και μας σηκώνει λίγο. (από το «Συμπόσιο»)
Η πρέφα πρέπει να ‘ναι ένα βουνό χοιρινό κρέας, να χωθείς μέσα, μια χαβούζα κρασί, να μπεις να κολυμπήσεις, κι όχι ένα μεζεδάκι! (από τον «Καπετάν Μιχάλης»)
Μωρέ, τον πρεφαδόρο μην τον κλαις, όσο κι αν σολαρίζει!
Κι αν σολαρίσει μια και δυο, πάλε θα βγάλει τα «πουλιά»,
πάλε θα βάλει το σκουφί στραβά, τον κατηφέ στο αυτί του
και πάλε οι φίλοι του θα θρονιαστούν για μιαν ακόμα πρέφα!
(από την «Οδύσσεια»)
Καβάλα απάνω σε ίσκινα άλογα τους ίσκιους κυνηγούμε•
ίσκιος κι ο θάνατος, και κυνηγάει τον ίσκιο της ζωής μας.
Κρασί δεν είναι, αδέρφια, η πρέφα μήτε γλυκιά γυναίκα,
μήτε και βιος μες στα κελάρια σας μήτε και γιος στην κούνια•
έρμο τραγούδι ’ναι ακατάδεχτο και σβήνει στον αγέρα!
(από την «Οδύσσεια»)